25 Σεπτεμβρίου 2010

Στόχος





Σκέφτομαι, πως σκέφτεσαι, πως σκέφτομαι, πως δεν ήσουν τίποτα το εξαιρετικό...τελικά.
Διάνα έπεσες!
Αυτό ακριβώς σκέφτομαι!
Μα πόσο ταιριάζουμε...τελικά.

18 Σεπτεμβρίου 2010

Άδεια τσιγάρα



Τύλιξε το κασκόλ γύρω απ' το λαιμό της. Κούμπωσε το χοντρό πανωφόρι. Φόρεσε τα γάντια - μισά, χωρίς δάχτυλα - και άνοιξε την πόρτα. Το κρύο της πάγωσε το πρόσωπο με μιας. "Ατέλειωτος φέτος ο χειμώνας", σκέφτηκε. Γκρίζος. Δυο μήνες τώρα ένας γκρίζος ουρανός. Ούτε πρωί, ούτε μεσημέρι, ούτε απόγευμα. Ούτε μια αχτίδα ήλιου. Μόνο σούρουπο και νύχτα. Νύχτα και σούρουπο. Δε την ενοχλούσε ιδιαίτερα. Καλύτερα έτσι. Της έμοιαζε.

Μπήκε στο αυτοκίνητο, το σαραβαλιασμένο 20άχρονο, που αρνούνταν πεισματικά να το αφήσει και να την αφήσει. Τι κι αν δεν είχε κλιματισμό, δερμάτινα καθίσματα, ABS, GPS. Τι κι αν λειτουργούσαν μόνο τα απαραίτητα και σίγουρα όχι πάντα το καλοριφέρ. Το λάτρευε. Το κάθισμα είχε το αποτύπωμα του κορμιού της.

Κατηφόρισαν μαζί για το ποτάμι. Ποτάμι; Δε το έλεγες. Ένας ξεροπόταμος ήταν που κατέβαζε τέτοια εποχή λίγο νερό. Τώρα ήταν στα καλύτερά  του. Φουσκωμένος και θυμωμένος τις περισσότερες μέρες. Όπως τον ήθελε. Να τον ακούει να μιλάει. Να τον βλέπει να
χτυπιέται.

Σταμάτησε λίγα μέτρα πριν την όχθη, εκεί στο τέλος του δρόμου. "Κανείς και σήμερα, ευτυχώς." Καιρό τώρα, δεν άντεχε την πολυκοσμία. Την κούραζε. Μόνο τα απαραίτητα, τα τυπικά. Πως άλλαξε έτσι; Πως έκλεισε πόρτες και χαραμάδες γύρω της; Γιατί ηδονιζόταν με την απόλυτη ησυχία; Γιατί έψαχνε σιωπές;

Κατέβηκε με προσοχή και έφτασε εκεί, σε εκείνο το σημείο που καθόταν πάντα. Της φαινόταν πως κι αυτό είχε το αποτύπωμά της. Δικό της. Έβγαλε τα Camel απ' την τσέπη και άναψε ένα. Είκοσι χρόνια το ίδιο τσιγάρο. Άρχισε να καπνίζει όταν αγόρασε το αυτοκίνητο. Για μαγκιά. Για να μην την λένε οι άλλοι "φυτό". Δεν ήταν "φυτό", λάθος έκαναν. Όλοι. Απλά, μια ζωή ήταν μια υπάκουη κόρη,  επιμελής μαθήτρια και φοιτήτρια, συνεπής υπάλληλος, καλή σύζυγος, άριστη μητέρα. Άνοστη, άχρωμη και άοσμη, δηλαδή. Νόμιζε...και νόμιζαν. 

Κοιτούσε αφηρημένα το νερό. Περνούσαν από μπροστά της δαχτυλίδια καπνού μαζί με όλα τα "παλιά". Κάθε φορά οι ίδιες παλιές σκέψεις. Οι ίδιες παλιές αναμνήσεις. Tο μόνο που ήθελε, το μόνο που ζητούσε, ήταν να αδειάσει. Απ' όλα. Ν' ανοίξει το κεφάλι της στα δύο, να πετάξει ότι υπήρχε μέσα. Να αδειάσει.
Το κατάφερνε. Κάποιες φορές. Για ένα δεκάλεπτο. Όσο κρατάει ένα Camel.

Γι' αυτό πήγαινε εκεί...για τα δέκα λεπτά ενός "άδειου" τσιγάρου ανάμεσα στα υπόλοιπα πέντε-έξη γεμάτα με παλιαντζούρες.
Για τα δέκα λεπτά ενός άδειου μυαλού.

14 Σεπτεμβρίου 2010

(?)




Τελικά, τι είναι πιο δύσκολο...να υπομένεις την απουσία μιας μόνιμης παρουσίας ή την παρουσία μιας συνεχούς απουσίας;

2 Σεπτεμβρίου 2010

nothing much

Nothing much...ίσως. Ίσως, πάλι...

Nα γράψω. Ο... μου λέει να γράψω.
-Είναι τόσο γαμημένα ψυχοθεραπευτικό να βγάζεις από μέσα σου ότι σε τρώει, σε πνίγει, σε φοβίζει, σ' ευχαριστεί, σε κάνει να γελάς ή να κλαις.
-Δε ξέρω. Μπορεί.
Αλλά πάλι... όταν ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, στον πόνο και την ηδονή, στην τρέλα και τη λογική, στο πρέπει και το θέλω, στην αναχώρηση και την άφιξη, στο καλό και το κακό, στο ζενίθ και το ναδίρ παύουν να υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές και αποστάσεις και όλα ξεκινούν απ' την αρχή...τότε ίσως βοηθάει το μοίρασμα. Ίσως να 'χει δίκιο,  "γαμημένα ψυχοθεραπευτικό"! θα δείξει.
Σαν νεογέννητο, που για πρώτη φορά ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο, βλέπει, ακούει, οσφρίζεται, μαθαίνει. Μόνο που...ότι είδες, άκουσες, οσφρίστηκες και έμαθες ΠΡΙΝ συνεχίζει να υπάρχει μέσα σου. Η σύγκριση με τα νέα πρότυπα που θέτεις πια, αναπόφευκτη. Προσπαθείς να αποφύγεις τα λάθη του παρελθόντος. Σε μαθαίνουν. Σε οδηγούν....όταν τα κοιτάς κατάματα.
-Της ψυχής η γεναιότητα είναι μεγάλη αρετή, μου είπε κάποιος, τότε που ο πόνος ήταν όλος δικός μου. Αμοίραστος.
-Γενναία ψυχή! Υπάρχει; Ποιος την έχει; Και πως φτάνεις εκεί; Τι κάνεις για να την αποκτήσεις;
-Μαθαίνεις να ζεις...
Προσπαθείς. Μαθαίνεις να ζεις από την αρχή, κουβαλώντας στη πλάτη σου τα λάθη του παρελθόντος  και τα λάθη του παρόντος. Ψάχνεις ανάμεσα στο "πριν" και το "τώρα" ένα καλύτερο "μετά".
Ψάχνεις μια γενναία ψυχή...τη δικιά σου.